
Ψυχοπαθητικός: η «κόλαση» μεταμορφωμένη σε άνθρωπο
Λένε ότι εδώ είναι η κόλαση, εδώ είναι και ο παράδεισος. Και όντως είναι κάτι που ισχύει. Φυσικά εξαρτάται από τον άνθρωπο που είσαι δίπλα του. Αν όντως θεωρείται ότι είναι δώρο Θεού ή αν είναι η ίδια η κόλαση μεταμορφωμένη σε άνθρωπο. Αν είναι δώρο Θεού τότε σημαίνει ότι έχεις μπλέξει με έναν υγιή άνθρωπο είτε σε επαγγελματικό είτε σε διαπροσωπικό επίπεδο. Τι κάνεις όμως όταν μπλέκεις με έναν ψυχοπαθητικό και μάλιστα σε διαπροσωπικό επίπεδο; Προσπαθείς να ξεφύγεις από την κόλαση μέσα στην οποία ζεις αν και είναι κάτι δύσκολο αλλά όχι ακατόρθωτο.
Έτσι όπως πολλοί άνθρωποι γλίτωσαν από τη κόλαση του ψυχοπαθητικού, τα κατάφερα και εγώ και μάλιστα όχι μόνο μια φορά, αλλά δυο φορές. Αλλά η κάθε κατάσταση με άλλαξε σε διαφορετικές πτυχές της ζωής μου. Ο πρώτος ως προς τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζω τις ερωτικές σχέσεις και ο δεύτερος ως προς το βασικότερο δώρο που έχουμε: την ίδια τη ζωή μας.
Αλλά ας τα πάρουμε από την αρχή. Ήμουν 15 χρονών όταν ήρθα σε επαφή για πρώτη φορά με ψυχοπαθητικό. Ήμουν ένα άβγαλτο κορίτσι, συνεσταλμένο, το οποίο δεν είχε μέχρι τότε καμία σχέση με το αντίθετο φύλο. Αλλά φυσικά όπως όλα τα κορίτσια της ηλικίας μου ήθελα να κάνω μια σχέση. Κάπως έτσι εμφανίστηκε ο Σάββας. Ήταν 2 χρόνια μεγαλύτερος μου και τον γνώρισα μέσω μιας κοινής μας φίλης. Όταν τον είδα δε μπορώ να πω ότι ενθουσιάστηκα με τον ίδιο. Δεν ήταν ο όμορφος της παρέας, αλλά είχε ένα μυστήριο γύρω του. Ωστόσο από την πρώτη στιγμή κατάλαβα ότι του είχα κάνει εντύπωση. Εκείνες τις μέρες που τον είχα γνωρίσει, είχα περάσει την πρώτη μου ερωτική απογοήτευση και ήμουν κάπως λόγω του γεγονότος ότι τα αγόρια δε με πρόσεχαν μέχρι τότε, σε αντίθεση με τις φίλες μου που είχαν εφηβικές σχέσεις. Έτσι εκμεταλλευόμενος την ερωτική μου απογοήτευση, μου είπε πολύ όμορφα λόγια προκειμένου να με ρίξει. Φυσικά εγώ τα πίστεψα, γιατί είχα την ανάγκη να νιώσω αποδεκτή από το αντίθετο φύλο, όπως και είχα ανάγκη από αγάπη και στοργή. Κάπως έτσι τα φτιάξαμε. Αναπάντητες, τηλέφωνα, μηνύματα και τα σαββατοκύριακα βρισκόμασταν για κανένα καφέ με παρέα και όταν θέλαμε να μείνουμε μόνοι πηγαίναμε σε παρκάκια για να αγκαλιαστούμε και να δώσουμε κανένα φιλί στο στόμα, μιας και πηγαίναμε στο λύκειο τότε.
Όλο αυτό κράτησε ένα μήνα. Χωρίσαμε με δική μου πρωτοβουλία γιατί φοβόμουν μην ανακαλύψουν οι δικοί μου τη σχέση που είχα, αφού ήταν παλαιών αρχών. Από τότε είχε αρχίσει η δική μου κόλαση αλλά ακόμα δεν το είχα καταλάβει. Για δυο μήνες έκλαιγα που τον έβλεπα έξω με άλλη, μέχρι που εμφανίστηκε τα Χριστούγεννα του 2002 με μηνύματα. Αρχίσαμε να επικοινωνούμε και τελικά τα ξαναβρήκαμε προπαραμονή Πρωτοχρονιάς. Αλλά είχαν αλλάξει όλα τότε. Άρχισε να μιλάει για ολοκλήρωση της σχέσης μας, κάτι το οποίο δεν ήθελα αφού φοβόμουν στην τρυφερή ηλικία των 15. Άρχισε να βγαίνει με άλλες και να καβγαδίζουμε και τελικά με χώρισε χωρίς να μου δώσει καμία εξήγηση. Η όλη κατάσταση ήταν δύσκολη στην αρχή για μένα γιατί μέναμε στην ίδια πόλη και είχαμε τα ίδια στέκια, οπότε βρισκόμασταν πολύ συχνά στο ίδιο μέρος. Στο μεταξύ το καλοκαίρι του 2003 πατήσαμε ένα πολύ καβγά με απειλές για ξύλο από τη μεριά του και φωνές. Κάπως έτσι χάθηκε για μισό χρόνο περίπου.
Στο μεταξύ απολάμβανα την ελευθερία μου και διασκέδαζα έξω με τις φίλες μου. Όμως δεν ένιωθα καλά με τον εαυτό μου, αφού όλη η παρέα μου είχε σχέσεις και εγώ ήμουν το μπακούρι της παρέας. Λίγο η μοναξιά, λίγο η γιορτή του Αγίου Βαλεντίνου, λίγο το πείραγμα της παρέας μου ότι είμαι μπακούρι και ότι θα τους κρατώ το φανάρι την ημέρα του αγίου Βαλεντίνου με έκανε να ξαναμπλέξω για 2η φορά στη ζωή μου, αφού με πλησίασε ξανά με πρόφαση να μου ζητήσει συγγνώμη για τη συμπεριφορά του το καλοκαίρι που είχε περάσει και ζητώντας να είμαστε ξανά μαζί. Αποφάσισα να δώσω την ευκαιρία αυτή αλλά κατάλαβα ότι ο Σάββας ήθελε μόνο να με πηδήξει και τίποτα άλλο και έτσι χαθήκαμε για άλλους έξι μήνες. Εγώ όλο αυτόν τον καιρό καιγόμουν για χάρη του και ήθελα να είμαστε μαζί.
Έτσι το καλοκαίρι του 2004 πριν πάω στην γ λυκείου ήρθαμε ξανά σε επαφή και από τότε ναι ζούσα καθημερινά μια κόλαση. Ήξερε πολύ καλά τι ένιωθα για αυτόν και το εκμεταλλευόταν με όλη τη σημασία της λέξης. Γνώριζε πολύ καλά να ψυχολογεί τους άλλους και να τους χειραγωγεί. Δε θα ξεχάσω την κουβέντα που μου είχε πει για να με ρίξει για 3η φορά ότι τον γουστάρω θανάσιμα και ότι και να κάνω δε θα γλιτώσω ποτέ από τον ίδιο. Με αυτόν τον τρόπο άρχισε να με χειραγωγεί για να παίρνει αυτό που ήθελε από μένα. Κάθε φορά που βρισκόμασταν μου έλεγε ότι για να είμαστε μαζί, πρέπει να κάνουμε ή έρωτα ή να του κάνω στοματικό, αλλιώς θα με παρατούσε στις ερημιές. Και εγώ αναγκαζόμουν ή το ένα ή το άλλο, χωρίς να το θέλω γιατί φοβόμουν για μένα. Έφτασα σε ένα σημείο να σιχαίνομαι τον εαυτό μου και να θεωρώ ότι είναι καθήκον για την γυναίκα το να ολοκληρώσει τη σχέση της. Με έκανε να νιώθω ότι δεν ήμουν ικανή να κάνω έρωτα με τον άνθρωπό μου και ότι αυτός θα γινόταν δάσκαλος στο σεξ για μένα, για να μη ντροπιαστώ όταν θα έκανα μια κανονική σχέση, όπως μου είχε πει χαρακτηριστικά. Αφού έπαιρνε αυτό που ήθελε κάθε φορά, με έκανε σκουπίδι λέγοντάς μου ότι ποτέ δε θα είμασταν μαζί, ότι με εκδικήθηκε επειδή τον πλήγωσα κάποτε, ότι δεν με αγαπάει, ότι εγώ φταίω για όλα και γενικότερα με υποτιμούσε. Τις υπόλοιπες φορές που δε βρισκόμασταν μαζί, αλλά τον συναντούσα έξω με την παρέα του, είτε με κοιτούσε χωρίς να μου μιλάει, είτε μου έκανε πόλεμο νεύρων, είτε μου έστελνε μηνύματα για να συνευρεθούμε ερωτικά είτε οι δυο μας είτε και με φίλους του, κάτι το οποίο αρνήθηκα κατηγορηματικά και είμαι περήφανη για τον εαυτό μου που δεν έχασα την ελάχιστη αξιοπρέπεια που μου είχε απομείνει.
Όλη αυτή η κατάσταση ήταν αρρωστημένη και είχα καταλάβει ότι έπρεπε να ξεφύγω οριστικά. Άρχισα να διαβάσω εντατικά για να περάσω στο πανεπιστήμιο μόνο και μόνο για να γλιτώσω από την κόλαση στην οποία ζούσα. Ήταν πολύ δύσκολο στο λύκειο, γιατί κάθε φορά που βρισκόμασταν γινόταν το ίδιο σκηνικό και εγώ έφευγα κουρέλι ψυχολογικά. Κανείς δε γνώριζε πώς ένιωθα. Έκλαιγα κάτω από τα παπλώματα τη νύχτα σιγανά για να μη καταλάβουν οι γονείς μου τι ζούσα. Κάπως έτσι τέλειωσα το λύκειο, ένα κουρέλι ψυχολογικά δίνοντας κάθε φορά ένα κομμάτι του εαυτού μου και το αντάλλαγμα ήταν υποτίμηση, λεκτική και ψυχολογική βία και απειλές για σωματική βία (ότι άνετα μπορούμε να πνίξει αν το ήθελε και δε θα προλάβαινα να κάνω καν κίνηση για να γλιτώσω).
Με το που τελείωσα το λύκειο, εξαφανίστηκε πάλι, γιατί φοβήθηκε τους δικούς μου, αφού είχαν μάθει ότι βρισκόμασταν, αλλά δεν είχαν και δεν έχουν ιδέα ακόμα και τώρα τι πέρασα μαζί του. Στο μεταξύ πέρασα στο πανεπιστήμιο και έκανα μια σχέση με ένα άνθρωπο μόνο και μόνο από αντίδραση και για να εκδικηθώ για τον πόνο που βίωσα κάποτε. Φυσικά ο άνθρωπος αυτός δεν μου έφταιγε σε τίποτα. Αλλά ήμουν πολύ πληγωμένη και έπρεπε κάπου να βγάλω τον πόνο και το θυμό που ένιωθα. Μόλις έμαθε φυσικά ότι είχα προχωρήσει στη ζωή μου, εμφανίστηκε ξανά και άρχισε να με διεκδικεί με κάθε τρόπο: μηνύματα και τηλέφωνα καθημερινά. με αποτέλεσμα να χωρίσω με εκείνο τον άνθρωπο και φυσικά να εξαφανιστεί για ακόμα μια φορά. Αλλά δεν ήξερα ότι θα εμφανιζόταν για ακόμα μια φορά ένα χρόνο μετά.
Όταν είχα κλείσει τα 20, εμφανίστηκε μετανιωμένος, να λέει ότι άλλαξε ότι θέλει να είμαστε μαζί και να του δώσω μια δεύτερη ευκαιρία. Από τη μια ήθελα να είμασταν μαζί, αλλά από την άλλη φοβόμουν ότι δεν αξίζει να του δώσω μια ευκαιρία. Και όντως το κατάλαβα ότι δεν άξιζε, γιατί όταν του είπα να έρθει να με βρει στην πόλη που σπούδαζα να μιλήσουμε μου είπε χαρακτηριστικά να του πληρώσω τις βενζίνες, γιατί η μαμά και ο μπαμπάς μού δίνουν λεφτά μιας και ήμουν φοιτήτρια, ενώ αυτός που δούλευε σαν Ε.Π.Ο.Π. δεν είχε λεφτά. Όλα αυτά σε συνδυασμό με αυτά που πέρασα αποφάσισα να τον αφήσω πίσω μου οριστικά. Οι μόνοι άνθρωποι που με στήριξαν να πατήσω στα πόδια μου ήταν οι φίλες μου στη σχολή, η Ανθούλα, η Χρυσάνθη και η Αλεξία που μου δίνανε κουράγιο καθημερινά και με συμβούλευαν.
Έτσι το 2007 μετά από 5 χρόνια κόλασης, μετά από ένα ομηρικό καυγά του είπα το οριστικό τέλος με απίστευτο θυμό προς τον ίδιο και ότι θέλω να προχωρήσω παρακάτω. Και όντως προχώρησα παρακάτω με έναν άνθρωπο δυο χρόνια, στο τελευταίο έτος της σχολής μου, τον οποίο τον ερωτεύτηκα και με ερωτεύτηκε τρελά. Αλλά ακόμα και τότε ήθελε να μου χαλάσει την ζωή, δημοσιεύοντας στο προφίλ μου στο facebook ο αδερφός του ότι πάντα τον αδερφό του θα γουστάρω, ότι ο ίδιος θα με αφήσει να μπω στη ζωή του ακόμα και αν έχω κάνει τόσες μαλακίες και ότι γελάνε με τα βίντεο που τράβηξαν όταν ήμουν μαζί του σε ερωτικές στιγμές χωρίς να το γνωρίζω φυσικά. Φυσικά τον απέκλεισα από το facebook, αλλά ακόμα και τώρα δε γνωρίζω αν όντως με τράβηξαν video ή απλά το είπαν έτσι για να πουν κάτι και αυτό είναι κάτι που θα με βασανίζει για πάντα. Από τότε τον έχω δει ελάχιστες φορές στην πόλη μου, αφού λόγω δουλειάς φύγαμε και οι δυο από την πόλη που μεγαλώσαμε, χωρίς φυσικά να μιλήσουμε, εκτός από τη τελευταία μας συνάντηση πριν 4 χρόνια περίπου, όταν ήρθε να μου μιλήσει φιλικά στο τραπέζι όπου καθόμουν με την παρέα μου. Το αστείο της υπόθεσης είναι ότι προσπάθησα να μη δείξω ότι αυτός ο άνθρωπος ακόμα και τώρα με ταράζει παρόλο που πέρασαν 14 χρόνια από τότε που του είπα τέλος. Ακόμα και τότε προσπάθησε να με χειραγωγήσει και να με ρίξει στα δίχτυα του, κάνοντας αναφορά για τα παλιά. Αλλά είχα πει στον εαυτό μου ότι με αυτό τον άνθρωπο δεν πρόκειται να με είμαι ξανά μαζί και τον απέφυγα διακριτικά όταν μου ζήτησε να πιούμε καφέ σαν φίλοι. Για κανένα λόγο δε θα ήμουν ξανά μαζί του, γιατί δεν θέλω να ζήσω αυτή τη κόλαση για άλλη μια φορά.
Αλλά όταν κάνουμε σχέδια ο Θεός γελάει λένε. Και όντως ισχύει. Γιατί όταν χώρισα με τη πρώτη μου κανονική σχέση μετά από 4 χρόνια, με πλησίασε ξανά η κόλαση στα 26 με τη μορφή ενός άλλου ψυχοπαθητικού, του Νίκου.
Τον γνώρισα στην Άρτα μέσω παρέας όπου και δούλευα εκεί. Από τη πρώτη στιγμή με προσέγγισε γιατί ήξερε πολύ καλά πώς να το κάνει. Ακόμα θυμάμαι που μου άφησε επάνω στο αμάξι μου ένα ροζ τριαντάφυλλο γραμμένο πάνω του το κινητό του ή που ερχόταν κάτω από το σπίτι μου να με κεράσει καφέ χωρίς να του έχω πει που έμενα ακριβώς. Με όλα αυτά και φυσικά και με τα υπονοούμενα της παρέας τα φτιάξαμε. Από τις πρώτες μέρες που είμασταν μαζί άρχισε να με χειραγωγεί, λέγοντάς μου ότι δεν ήμουν ικανή να μαγειρέψω, ότι ήμουν κότα επειδή δεν έπινα όταν βγαίναμε έξω για ποτό και άλλα παρόμοια. Εγώ θέλοντας να του δείξω ότι τίποτα δεν ισχύει από όλα αυτά άρχισα να μεταλλάσσομαι σε ένα άλλο άνθρωπο. Άρχισα να αποδεικνύω ότι είμαι η καλή νοικοκυρά, κάνοντας τραπέζια στην παρέα, να πίνω σε τέτοιο σημείο ώστε να μεθώ μαζί του και να με πηγαίνουν σηκωτή στο σπίτι μου και από εκεί που δεν έβριζα καθόλου, άρχισα να βρίζω χειρότερα και από νταλικέρη. Είχα γίνει ένα τέρας, Δεν αναγνώριζα τον ίδιο μου τον εαυτό. Φυσικά άκουγα και τις όμορφες κουβέντες ότι με ήθελε ότι του άρεσα σα γυναίκα κλπ. και όλο αυτό με έκανε να νιώθω καλά.
Δηλαδή τη μια μέρα ήμουν στον «παράδεισο» και την άλλη στην κόλαση. Κάποια στιγμή όμως ξεκίνησα να καταλαβαίνω ότι κάτι δεν πάει καλά όταν άρχισε να φλερτάρει μπροστά μου με την κοπέλα που μας είχε γνωρίσει και κάθε φορά που αναφερόμουν σε αυτό το θέμα με έβγαζε τρελή και ότι όλα αυτά ήταν της φαντασίας μου. Από τότε άλλαξε στάση. Κάθε φορά που βγαίναμε έξω και χάζευα τον κόσμο με κατηγορούσε ότι ξεροκοιτούσα και μάλιστα φοβόμουν για τη ζωή μου γιατί οδηγούσε επικίνδυνα όταν νεύριαζε. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Ήταν βίαιος. Έξω μου έλεγε συνέχεια ότι έπαιζε ξύλο με άλλους και φοβόμουν ότι θα το έκανε και σε μένα, αν και κάποιες φορές με απειλούσε ότι αν ήθελε μπορούσε να μου σπάσει για πλάκα το χέρι μου όταν το έπιανε. Όλη αυτή η κατάσταση με έκανε να φοβάμαι και να θέλω να φύγω αλλά δεν ήξερα πώς. Αυτό όμως που δεν ήξερα ήταν τι επρόκειτο να μου κάνει και πώς ένας άνθρωπος μπορεί να τρελαθεί.
Ένα βράδυ ήρθε στο σπίτι μου για να με δει. Κάποια στιγμή άνοιξε το προφίλ μου στο facebook και είδε μηνύματα που είχα δεχτεί από κάποιον που ήθελε να με γνωρίσει. Τότε ποιος δεν είδε τον Θεό και δεν τον φοβήθηκε. Άρχισε να ουρλιάζει και να τσακωνόμαστε όλο το βράδυ. Το πρωί που ξυπνήσαμε ήρθε στο κρεβάτι μου και με βίασε λέγοντας μου ότι αυτό ήταν ένα μάθημα για να μάθω πώς ήταν το one night stand και με ρώτησε αν ήθελα να μάθω πώς ήταν ο έρωτας. Μετά από αυτό έφυγε από το σπίτι μου και ακόμα και τώρα θυμάμαι τον εαυτό μου να κλαίω και να ουρλιάζω σαν σκυλί. Πέρασαν 5 μέρες να είμαι σαν ζόμπι χωρίς να έχω μιλήσει σε κανένα μέχρι που αποφάσισα να δώσω τέλος στη ζωή μου, παίρνοντας χάπια. Ευτυχώς όμως είχα ειδοποιήσει τη μητέρα μου, η οποία πήρε το ΕΚΑΒ και ήρθε και με πήρε. Πήγα στα επείγοντα όπου έκανα και πλύση στομάχου. Τον ειδοποίησαν ότι είχα κάνει απόπειρα να αυτοκτονήσω και εμφανίστηκε στο νοσοκομείο μετά από 3 ώρες για να μου πει ότι εγώ επέλεξα να πεθάνω. Έκατσε μαζί μου μόνο 2 ώρες ενώ τον είχα δηλώσει συνοδό, καθώς δεν είχα φίλους στην Άρτα και έφυγε με τη δικαιολογία ότι πρέπει να πάει σπίτι του. Έμεινα ένα ολόκληρο βράδυ μόνη μου σε ένα δωμάτιο νοσοκομείου με τα monitor στην καρδιά σκεπτόμενη τι έκανα και πόσο πολύτιμη είναι η ζωή. Την επόμενη μέρα ήρθε για να με δει, μάλλον γιατί φοβόταν μήπως μιλήσω στην αστυνομία και μόλις σιγουρεύτηκε δεν ξαναήρθε να με δει.
Την ίδια μέρα ήρθαν οι γονείς μου να με δουν και θυμάμαι ακόμα και τώρα να τους έχω αγκαλιά και να κλαίμε και οι 3. Έμειναν μαζί μου μέχρι να το ξεπεράσω και φυσικά με τον άνθρωπο αυτό μόλις βγήκα από το νοσοκομείο χώρισα με πολύ άσχημο τρόπο. Τον είδα άλλες 2 φορές στην ίδια πόλη και δεν πρόκειται να ξεχάσω το βλέμμα του με τίποτα. Στο διάστημα αυτό μέχρι να φύγω από την Άρτα, είχα τον φόβο κιόλας μήπως με κλείσουν με εντολή του εισαγγελέα στην ψυχιατρική κλινική των Ιωαννίνων, γιατί όταν έκανα την απόπειρα ειδοποιήθηκε η αστυνομία για να πάρει κατάθεση και φυσικά η υπηρεσία μου. Στην αστυνομία ποτέ δεν είπα την αλήθεια γιατί φοβήθηκα και ευχαριστώ τον Θεό που με βοήθησε ο αστυνομικός που μου πήρε την κατάθεση να μου πει τι να γράψω ώστε να κλείσει οριστικά η υπόθεση. Κάπως έτσι πέρασαν 3 μήνες γεμάτοι αγωνία και μόνο δίπλα μου ήταν η οικογένεια μου. Μετά από λίγους μήνες έφυγα οριστικά από την Άρτα και αφού αναθεώρησα για τη ζωή μου τόσα πολλά, πόσο σημαντικό είναι που αναπνέουμε και πώς είναι ένα δώρο η ζωή ξεκίνησα ψυχοθεραπεία τον τελευταίο 1,5 χρόνο.
Έχω κάνει πρόοδο στο να αρχίσω να αγαπώ τον εαυτό μου, αν και έχω δουλειά ακόμα. Αρχίζω να βάζω όρια στους άλλους, κάτι που δεν έκανα παλιά και προσπαθώ να είμαι καλά. Έχω τη δουλειά μου, λίγους φίλους και ένα άνθρωπο που είμαστε μαζί εδώ και λίγο καιρό και φυσικά γνωρίζει για όσα πέρασα. Αν κάτι έμαθα από όλα αυτά που πέρασα είναι πώς να αναγνωρίζω τους ψυχοπαθητικούς και φυσικά να τους αποφεύγω, γιατί ακόμα και τώρα με έχουν πλησιάσει αλλά η διαφορά σε σχέση με τότε είναι ότι κάποτε δεν μπορούσα να ξεφύγω από την κόλαση μέσα στην οποία ζούσα. Τώρα όμως μπορώ να τους καταλαβαίνω και να φεύγω πριν μπλέξω μαζί τους. Οι ψυχοπαθητικοί πάντα θα υπάρχουν και θα βρίσκουν αδύναμους ανθρώπους που δεν αγαπάνε τον εαυτό τους και ζητάνε λίγη αγάπη και αποδοχή. Το θέμα είναι τι κάνουμε εμείς. Και σίγουρα δεν είμαι αδύναμη μετά από όσα πέρασα, αλλά πιο δυνατή γιατί πέρασα μέσα από τη κόλαση 2 φορές. Τη μια φορά με καθόρισε το πώς να βλέπω τις σχέσεις και πώς να λειτουργώ και να φέρομαι μέσα σε μια σχέση και την άλλη να εκτιμήσω την ίδια τη ζωή μου.
Όσον αφορά και τους 2 αυτούς ανθρώπους έμαθα ότι παντρεύτηκαν και ότι έκαναν παιδιά. Και αν κάτι νιώθω για αυτούς δεν είναι ούτε θυμός ούτε λύπη, αλλά οίκτο γιατί αυτοί οι άνθρωποι είναι δυστυχισμένοι κατά βάθος και απλά δεν τον γνωρίζουν ή μπορεί να το γνωρίζουν αλλά δεν μπορούν να κάνουν κάτι για να γίνουν ευτυχισμένοι και έτσι προτιμούν να τυραννούν με κάθε τρόπο τους ανθρώπους που είναι γύρω τους.
Πρόσφατα σχόλια